Τῆμνος

Τῆμνος
Τῆμνος
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Τῆμνον — Τῆμνος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τήμνου — Τῆμνος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τήμνῳ — Τῆμνος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αιολίς — Ονομασία διαφόρων περιοχών της αρχαιότητας που κατοικήθηκαν από τους Αιολείς. 1. Το βορειοδυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας μαζί με τα νησιά Λέσβο και Τένεδο. Στην περίοδο της ακμής της, εκτεινόταν από την Προποντίδα και τη χερσόνησο της Κυζίκου στα… …   Dictionary of Greek

  • δωδεκάπολις — Αρχαίες ομοσπονδίες, που συνήθως συγκροτούνταν από την ίδια φυλή και αποτελούνταν από δώδεκα πόλεις. 1. Κοινόν των Αιολέων. Απαρτιζόταν από δώδεκα αιολικές πόλεις της Μικράς Ασίας, που αναφέρονται από τον Ηρόδοτο: Κύμη, Φρικωνίδα, Λάρισα, Νέον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”